Εκκένωση στα τούρκικα
Μετάφραση: εκκένωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
deşarj, boşaltma, tahliye, boşaltım, boşalma
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκένωση
εκκένωση ελασσόνας, εκκένωση εντέρου, εκκένωση των νησιών, εκκένωση αίγλης, εκκένωση τησ ερτ, εκκένωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, εκκένωση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εκθλίβω στα τούρκικα - ekstraktör, çıkarıcı, extractor, aspiratör, emici
- εκθρονίζω στα τούρκικα - azletmek, tahttan indirmek, tahttan indirilmesini, tahttan, azli, koltuğundan indirmeyi
- εκκαθάριση στα τούρκικα - tasfiye, tasfiyesi, likidasyon, Liquidation
- εκκαθαρίζω στα τούρκικα - arıtmak, rafine, hassaslaştırmak, sınırlandırmak, sadelestirmek
Τυχαίες λέξεις
Εκκένωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: deşarj, boşaltma, tahliye, boşaltım, boşalma
Μεταφράσεις: deşarj, boşaltma, tahliye, boşaltım, boşalma