Καθοδήγηση στα τούρκικα
Μετάφραση: καθοδήγηση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nasihat, öğüt, rehberlik, rehber, kılavuz, yönlendirme, rehberliği
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθοδήγηση
καθοδήγηση ετυμολογία, φθίνουσα καθοδήγηση, πνευματική καθοδήγηση, αγγελική καθοδήγηση, καθοδήγηση στα αγγλικά, καθοδήγηση λεξικό γλώσσας τούρκικα, καθοδήγηση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- καθιστικός στα τούρκικα - yerleşik, sedanter, sedanter yaşam, sedanter bir
- καθιστώ στα τούρκικα - kılmak, hale, işlemek, oluşturmak, vermek
- καθοδηγώ στα τούρκικα - kılavuz, öküz, rehber, dürtmek, yönetmek, dolaysız, araçsız, ...
- καθολικός στα τούρκικα - katolik, Catholic, Katoliklik, Katolik bir
Τυχαίες λέξεις
Καθοδήγηση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: nasihat, öğüt, rehberlik, rehber, kılavuz, yönlendirme, rehberliği
Μεταφράσεις: nasihat, öğüt, rehberlik, rehber, kılavuz, yönlendirme, rehberliği