Κλαίω στα τούρκικα

Μετάφραση: κλαίω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bağırmak, haykırış, çığlık, ses, ağlamak, ağlama, cry, ağlamaya
Κλαίω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλαίω

κλαίω την ώρα, κλαίω ονειροκρίτης, κλαίω γρουσή μου, κλαίω χωρίς λόγο, κλαίω την ώρα _ μητροπάνος & τερζής, κλαίω λεξικό γλώσσας τούρκικα, κλαίω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • κλίνω στα τούρκικα - reddetmek, iniş, eksilmek, zayıf, dayamak, düşmek, azalmak, ...
  • κλίση στα τούρκικα - yetenek, eğim, yamaç, eğimi, pistleri-, şev
  • κλαγγή στα τούρκικα - çarpışmak, çınlama, clang, sesli çalmak, madeni ses, tıngırdamak
  • κλαδάκι στα τούρκικα - dal, twig, sürgün, filiz, incelemek
Τυχαίες λέξεις
Κλαίω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bağırmak, haykırış, çığlık, ses, ağlamak, ağlama, cry, ağlamaya