Ρητά στα τούρκικα
Μετάφραση: ρητά, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
açıkça, açık, açık bir, açık olarak, açık bir şekilde
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρητά
ρητά για την ζωή, ρητά για την ευτυχία, ρητά για την τέχνη, ρητά αγάπης, ρητά για τις γυναίκες, ρητά λεξικό γλώσσας τούρκικα, ρητά στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ρεύμα στα τούρκικα - akım, akıntı, çay, ırmak, mevcut, geçerli, güncel, ...
- ρημάζω στα τούρκικα - tahrip, yıkım, ravage, kırıp, yıkmak
- ρητό στα τούρκικα - söz, söyleyerek, diyerek, söylüyor, söyleyen
- ρητός στα τούρκικα - açık, açık bir, açıkça, kesin, belirgin
Τυχαίες λέξεις
Ρητά στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: açıkça, açık, açık bir, açık olarak, açık bir şekilde
Μεταφράσεις: açıkça, açık, açık bir, açık olarak, açık bir şekilde