Λανθασμένος στα αγγλικά
Μετάφραση: λανθασμένος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wrongly, wrong, mistaken, incorrect, erroneous, false
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: λανθασμένος
wrong
- κακό
- αδίκημα
- λανθασμένος
- άδικο
Σχετικές λέξεις: λανθασμένος
λανθασμένος κωδικός, λανθασμένος λαθεμένος, λανθασμένος ή λαθεμένος, λάθος λανθασμένος, λανθασμένος συνώνυμο, λανθασμένος λεξικό γλώσσας αγγλικά, λανθασμένος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- λαμπυρίζω στα αγγλικά - glint, shimmer, sparkle
- λανθασμένα στα αγγλικά - wrongly, incorrectly, erroneously, false, incorrect
- λανολίνη στα αγγλικά - lanolin, lanoline, wool fat
- λαξευτής στα αγγλικά - sculptor, chiseler, carved
Τυχαίες λέξεις
Λανθασμένος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: wrongly, wrong, mistaken, incorrect, erroneous, false
Μεταφράσεις: wrongly, wrong, mistaken, incorrect, erroneous, false