Σαχλαμάρα στα τούρκικα
Μετάφραση: σαχλαμάρα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
önemsememek, oyalanmak, önemsiz şey, değersiz şey, küçük şey
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαχλαμάρα
σαχλαμάρα συνώνυμα, σαχλαμάρα συνώνυμο, σαχλαμάρα λεξικό γλώσσας τούρκικα, σαχλαμάρα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σαφής στα τούρκικα - malim, berrak, açık, net, açıkça, belirgin
- σαφώς στα τούρκικα - açıkça, net, açık, açık bir şekilde, net bir şekilde
- σαχλός στα τούρκικα - tiksindirici, iğrenç, mawkish, aşırı içli
- σβάρνα στα τούρκικα - sürgü, tırmık, Harrow, Tırmığın, döner tırmık
Τυχαίες λέξεις
Σαχλαμάρα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: önemsememek, oyalanmak, önemsiz şey, değersiz şey, küçük şey
Μεταφράσεις: önemsememek, oyalanmak, önemsiz şey, değersiz şey, küçük şey