Χειροκροτώ στα τούρκικα
Μετάφραση: χειροκροτώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alkışlamak, alkışlıyoruz, alkışlıyorum, alkış, alkışlayın
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χειροκροτώ
χειροκροτώ ετυμολογια, χειροκροτώ κλίση, χειροκροτώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, χειροκροτώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- χειριστής στα τούρκικα - operatör, operatörü, operatörün, kullanıcı, işletmecisi
- χειροβομβίδα στα τούρκικα - el bombası, Grenade, bombası, bomba, bombalı
- χειροκρότημα στα τούρκικα - alkış, çırpmak, alkışlamak, gürleme, el çırpmak
- χειρονομία στα τούρκικα - jest, bir jest, hareketi, hareket, jesti
Τυχαίες λέξεις
Χειροκροτώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: alkışlamak, alkışlıyoruz, alkışlıyorum, alkış, alkışlayın
Μεταφράσεις: alkışlamak, alkışlıyoruz, alkışlıyorum, alkış, alkışlayın