Καινοτομώ στα τσεχικά
Μετάφραση: καινοτομώ, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
průkopník, pionýr, zákopník, inovovat, inovace, inovaci, inovacím, inovují
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καινοτομώ
καινοτομώ καθημερινή, καινοτομώ λεξικό γλώσσας τσεχικά, καινοτομώ στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- και στα τσεχικά - rovněž, také, i, a
- καινοτομία στα τσεχικά - novota, novinka, inovace, inovací, inovační, inovaci, inovacím
- καινοτόμος στα τσεχικά - novátorský, novotářský, inovace, inovaci, inovuje, inovovat, inovujících
- καινοφανής στα τσεχικά - román, novost, nový, moderní, nové, nová, románu
Τυχαίες λέξεις
Καινοτομώ στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: průkopník, pionýr, zákopník, inovovat, inovace, inovaci, inovacím, inovují
Μεταφράσεις: průkopník, pionýr, zákopník, inovovat, inovace, inovaci, inovacím, inovují