Poté στα ελληνικά
Μετάφραση: poté, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταγενέστερα, έπειτα, τότε, μετά, κατόπιν, μετά από, μετά την, αφού, από
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dopalovat στα ελληνικά - παρενοχλώ, μελαγχολώ, ερεθίζω, ταράσσομαι, ενοχλώ, εξοργίζω, αναστατώνω, ...
- kanalizace στα ελληνικά - οχετός, δίκτυο αποχέτευσης, αποχέτευσης, αποχέτευση, αποχετευτικό, αποχετευτικού
- ligatura στα ελληνικά - κλωστή, δένω, γραβάτα, σύμπλεγμα, επίδεσμος, δεσμός, απολίνωσης, ...
- molekulární στα ελληνικά - μοριακός, μοριακό, μοριακού, μοριακή, μοριακά
Τυχαίες λέξεις
Poté στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταγενέστερα, έπειτα, τότε, μετά, κατόπιν, μετά από, μετά την, αφού, από
Μεταφράσεις: μεταγενέστερα, έπειτα, τότε, μετά, κατόπιν, μετά από, μετά την, αφού, από