Pokračovat στα ελληνικά
Μετάφραση: pokračovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασκώ, παγανίζω, πρόοδος, συνεχίζω, προκαταβάλλω, συνεχίζομαι, προβαίνω, προχωρώ, επιδιώκω, να συνεχίσει, συνεχίσει, να συνεχίσουν, συνεχίζουν, συνεχίσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- entuziasmus στα ελληνικά - ενθουσιασμός, ενθουσιασμό, τον ενθουσιασμό, ενθουσιασμού, ο ενθουσιασμός
- flíček στα ελληνικά - εντοπίζω, καλκάνι, μέρος, σπυρί, βούλα, σημαδάκι, κηλίδα, ...
- kreveta στα ελληνικά - γαρίδα, γαρίδες, γαρίδας, γαρίδων, αλιείας γαρίδας
Τυχαίες λέξεις
Pokračovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασκώ, παγανίζω, πρόοδος, συνεχίζω, προκαταβάλλω, συνεχίζομαι, προβαίνω, προχωρώ, επιδιώκω, να συνεχίσει, συνεχίσει, να συνεχίσουν, συνεχίζουν, συνεχίσουν
Μεταφράσεις: ασκώ, παγανίζω, πρόοδος, συνεχίζω, προκαταβάλλω, συνεχίζομαι, προβαίνω, προχωρώ, επιδιώκω, να συνεχίσει, συνεχίσει, να συνεχίσουν, συνεχίζουν, συνεχίσουν