Απέχω στα φινλανδικά
Μετάφραση: απέχω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pidättyä, kertosäe, pidättäytyä, kieltäytyä, laannuttaa, pidättäydyttävä, äänestää tyhjää, pidättymään
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απέχω
απέχω απόσχω, απέχω αγγλικα, απέχω παρασάγγας, απέχω απείχε, απέχω μετάφραση, απέχω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, απέχω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- απέριττος στα φινλανδικά - siveä, puhdas, siveellinen, chaste, siveitä
- απέχθεια στα φινλανδικά - hirmuteko, iljetys, inho, kammo, vastenmielisyys, repulsio, karkottamalla, ...
- απήγανος στα φινλανδικά - kaduttaa, pahoitella, katua, rue
- απήχηση στα φινλανδικά - resonanssi, resonanssin, resonanssia, resonanssiin, resonanssilla
Τυχαίες λέξεις
Απέχω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: pidättyä, kertosäe, pidättäytyä, kieltäytyä, laannuttaa, pidättäydyttävä, äänestää tyhjää, pidättymään
Μεταφράσεις: pidättyä, kertosäe, pidättäytyä, kieltäytyä, laannuttaa, pidättäydyttävä, äänestää tyhjää, pidättymään