Απέχω στα ουκρανικά

Μετάφραση: απέχω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
завзяття, заповзяття, утримайтеся, норовистість, завзятість, утримуватися, утримуватись, утриматися, втримуватися, стримуватися
Απέχω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απέχω

απέχω απόσχω, απέχω αγγλικα, απέχω παρασάγγας, απέχω απείχε, απέχω μετάφραση, απέχω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, απέχω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • απέριττος στα ουκρανικά - простий, строгий, невинний, простої, чистий, цнотливий, цнотлива, ...
  • απέχθεια στα ουκρανικά - огида, огиду, мерзенність, відраза, огидне, відштовхування
  • απήγανος στα ουκρανικά - жаль, шкодувати, горювати, розкаяння, каяття, рута
  • απήχηση στα ουκρανικά - вирішувати, вирішити, резонанс, резонансу
Τυχαίες λέξεις
Απέχω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: завзяття, заповзяття, утримайтеся, норовистість, завзятість, утримуватися, утримуватись, утриматися, втримуватися, стримуватися