Βιομηχανία στα φινλανδικά

Μετάφραση: βιομηχανία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ahkeruus, talouselämä, elinkeino, teollisuus, teollisuuden, tuotannonalan, tuotannonala, teollisuudelle
Βιομηχανία στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βιομηχανία

βιομηχανία στην ελλάδα, βιομηχανία πλαστικών, βιομηχανία φωσφορικών λιπασμάτων, βιομηχανία pet food, βιομηχανία χαρτιού, βιομηχανία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, βιομηχανία στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • βιολογικός στα φινλανδικά - biologi, biologinen, biologisten, biologisen, biologiset, biologisia
  • βιομήχανος στα φινλανδικά - teollisuusmies, tehtailija, teollisuusmiehen, teollisuusjohtaja, vuorineuvos
  • βιομηχανικός στα φινλανδικά - teollinen, teollisuus-, teollisuuden, teollisen, teollisuus
  • βιρτουόζος στα φινλανδικά - haka, taitava, taiturimainen, taituri, lahjakkuus, virtuoosi, virtuoso, ...
Τυχαίες λέξεις
Βιομηχανία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ahkeruus, talouselämä, elinkeino, teollisuus, teollisuuden, tuotannonalan, tuotannonala, teollisuudelle