Γραφειοκρατία στα φινλανδικά

Μετάφραση: γραφειοκρατία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
byrokratia, virkavalta, byrokraatti, byrokratiaa, byrokratian, byrokratiasta, byrokratiaan
Γραφειοκρατία στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γραφειοκρατία

γραφειοκρατία στην ελλάδα, γραφειοκρατία μετά το γάμο, γραφειοκρατία στην εκπαίδευση, γραφειοκρατία ισπανια, γραφειοκρατία weber, γραφειοκρατία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, γραφειοκρατία στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • γραφείο στα φινλανδικά - selonteko, opiskella, virka, työhuone, virasto, harjoitelma, konttori, ...
  • γραφειοκράτης στα φινλανδικά - byrokraatti, byrokraatin, byrokraattina, byrokraatteja, byrokraattien
  • γραφειοκρατικός στα φινλανδικά - byrokraattinen, kirjurin, virkavaltainen, papin, byrokraattisia, byrokraattista, byrokraattiset, ...
  • γραφικά στα φινλανδικά - grafiikka, graafisesti, graafisessa, graafinen, havainnollisesti
Τυχαίες λέξεις
Γραφειοκρατία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: byrokratia, virkavalta, byrokraatti, byrokratiaa, byrokratian, byrokratiasta, byrokratiaan