Δίλημμα στα φινλανδικά

Μετάφραση: δίλημμα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pula, kiipeli, ongelma, dilemma, ongelman, pulma, ongelmaan
Δίλημμα στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δίλημμα

δίλημμα του σκαντζόχοιρου, δίλημμα λεξικο, δίλημμα του κρατούμενου, δίλημμα ετυμολογία, δίλημμα μεταφραση, δίλημμα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, δίλημμα στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • δίκη στα φινλανδικά - tutkimus, oikeusjuttu, koettelemus, koeaika, koetus, käräjöinti, koe, ...
  • δίκτυο στα φινλανδικά - verkko, verkosto, verkon, mediassa, verkkoon, verkoston
  • δίνη στα φινλανδικά - pyörre, kurimus, pyörtää, syöveri, vortex, pyörteen, pyörreputkiyksiköt
  • δίνω στα φινλανδικά - tarjota, kortit, luovuttaa, antaa, ojentaa, käsi, järjestää, ...
Τυχαίες λέξεις
Δίλημμα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: pula, kiipeli, ongelma, dilemma, ongelman, pulma, ongelmaan