Εξάγω στα φινλανδικά
Μετάφραση: εξάγω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
viedä, maastavienti, vienti, educe
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξάγω
εξάγω συνόνυμα, εξάγω κλίση, εξάγω συμπέρασμα, εξάγω εξάγεισ εξάγει, εισάγω συνώνυμο, εξάγω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εξάγω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- ενώ στα φινλανδικά - tovi, aika, taas, kotva, kun taas, vaikka, kun, ...
- ενώνω στα φινλανδικά - liittää, sitoa, yhtyä, kiinnittää, solmia, yhdistää, liittyä, ...
- εξάλειψη στα φινλανδικά - poisotto, siirtäminen, poistaminen, poisto, siirto, eliminointi, poistamista, ...
- εξάμηνο στα φινλανδικά - puoli, puolet, puolen, puoliskolla, puoleen
Τυχαίες λέξεις
Εξάγω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: viedä, maastavienti, vienti, educe
Μεταφράσεις: viedä, maastavienti, vienti, educe