Επιβάτης στα φινλανδικά

Μετάφραση: επιβάτης, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
matkustaja, matkustajan, matkustajien, henkilöautojen
Επιβάτης στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιβάτης

επιβάτης του χαμένου boeing ανέβασε πριν δύο ώρες status στο facebook, επιβάτης προαστιακού, επιβάτης δάρρα, επιβάτης του μπόινγκ ανέβασε φωτογραφία δείτε τι δείχνει, επιβάτης στίχοι, επιβάτης λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επιβάτης στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • επηρεάζω στα φινλανδικά - vaikuttaa, teeskennellä, liikuttaa, vioittaa, koskea, keinutella, huojuntaa, ...
  • επιβάλλω στα φινλανδικά - sijoittaa, määrätä, rajalinja, säätää, laatia, pettää, rajaviiva, ...
  • επιβίβαση στα φινλανδικά - nouseminen, lennolle, boarding, pääsy lennolle, täysihoitolat
  • επιβίωση στα φινλανδικά - eloonjäänti, selviytyminen, eloonjääminen, Survival, selviytymisen, eloonjäämisen
Τυχαίες λέξεις
Επιβάτης στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: matkustaja, matkustajan, matkustajien, henkilöautojen