Καταφέρω στα φινλανδικά
Μετάφραση: καταφέρω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
saavuttaa, aikaansaada, päästä, hoitaa, hallita, hallinnoida, hallitsemaan, Manager
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταφέρω
καταφέρω meaning, καταφέρω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, καταφέρω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- καταυλισμός στα φινλανδικά - leiri, leirin, leirintäaluetta, leiriin, leirillä
- καταφέρνω στα φινλανδικά - hoitaa, johtaa, keplotella, jaksaa, houkutella, coax, koaksiaali, ...
- καταφανής στα φινλανδικά - silmiinpistävä, näkyvään, näkyvästi, näkyvällä, näkyvin
- καταφατικός στα φινλανδικά - suopea, myöntävä, myöntävästi, myönteinen, vastataan myöntävästi, myönteisiä
Τυχαίες λέξεις
Καταφέρω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: saavuttaa, aikaansaada, päästä, hoitaa, hallita, hallinnoida, hallitsemaan, Manager
Μεταφράσεις: saavuttaa, aikaansaada, päästä, hoitaa, hallita, hallinnoida, hallitsemaan, Manager