Μεταγενέστερος στα φινλανδικά
Μετάφραση: μεταγενέστερος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jälkeinen, seuraava, myöhempi, myöhemmin, myöhempien, myöhemmän, myöhemmät
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταγενέστερος
μεταγενέστερος λεξικο, μεταγενέστερος συνώνυμο, μεταγενέστερος στα αγγλικά, μεταγενέστερος αγγλικά, μεταγενέστερος σημασια, μεταγενέστερος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, μεταγενέστερος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- μεταβολισμός στα φινλανδικά - aineenvaihdunta, aineenvaihduntaa, metaboliaa, aineenvaihduntaan, aineenvaihdunnan
- μεταγενέστερα στα φινλανδικά - jälkikäteen, myöhemmin, sitten, jälkeen, sittemmin, sen jälkeen, tämän jälkeen
- μεταγλωττίζω στα φινλανδικά - kasata, koota, laatia, kääntää, kerätä, kääntämään, käännä, ...
- μεταγράφω στα φινλανδικά - kuljettaa, siirto, liikenne, siirtyä, luovuttaa, siirtää, kuljetus, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεταγενέστερος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: jälkeinen, seuraava, myöhempi, myöhemmin, myöhempien, myöhemmän, myöhemmät
Μεταφράσεις: jälkeinen, seuraava, myöhempi, myöhemmin, myöhempien, myöhemmän, myöhemmät