Ξεκουράζομαι στα φινλανδικά

Μετάφραση: ξεκουράζομαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jäte, perustaa, rentoutua, pysyä, jäädä, lepo, levätä, tähde, levähtää, keriä, tauko, setviä, noja, istuskella, huilata, istua, istua alas
Ξεκουράζομαι στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξεκουράζομαι

ξεκουράζομαι στα αγγλικά, ξεκουράζομαι στα γαλλικά, ξεκουράζομαι αγγλικά, ξεκουράζομαι γαλλικά, ξεκουράζομαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ξεκουράζομαι στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ξεκινώ στα φινλανδικά - alku, hätkähdys, äityä, oppinut, hätkähtää, aloittelija, alkuaika, ...
  • ξεκουμπώνω στα φινλανδικά - irrottaa, irrotella, ratkoa, unbuckle
  • ξεκουραστικός στα φινλανδικά - rauhallinen, rauhallista, rauhallisen, syvän, levollisen
  • ξεκούραση στα φινλανδικά - lepo, laukeaminen, löystyminen, tauko, rentoutuminen, rentoutumista, rentoutumiseen, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξεκουράζομαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: jäte, perustaa, rentoutua, pysyä, jäädä, lepo, levätä, tähde, levähtää, keriä, tauko, setviä, noja, istuskella, huilata, istua, istua alas