Πατρογονικός στα φινλανδικά
Μετάφραση: πατρογονικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
omaisuus-, Patrimonial, periytyvien, patrimoniaalisesta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατρογονικός
πατρογονικόσ σημασία, πατρογονικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πατρογονικός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- πατρικός στα φινλανδικά - isän, paternal, miespuoliset, isällinen, isänpuoleinen
- πατριώτης στα φινλανδικά - patriootti, Patriot, isänmaanystävä, isänmaallisuus, isänmaanystävän
- πατρονάρισμα στα φινλανδικά - asiakaskunta, kannatus, kulttuurin tukeminen, asiakkaat, tuki, asiakassuhde, suojeluksessa, ...
- πατρότητα στα φινλανδικά - isyys, isyyden, isyyttä, isyydestä, isyyteen
Τυχαίες λέξεις
Πατρογονικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: omaisuus-, Patrimonial, periytyvien, patrimoniaalisesta
Μεταφράσεις: omaisuus-, Patrimonial, periytyvien, patrimoniaalisesta