Προβάλλω στα φινλανδικά
Μετάφραση: προβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
työntyä, harottaa, suunnitelma, hanke, työ, propound
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προβάλλω
προβάλλω αόριστοσ, προβάλλω προβάλω, προβάλλω τον τόπο μου, προβάλλω συνώνυμα, προβάλλω ρημα, προβάλλω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, προβάλλω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- προαγωγή στα φινλανδικά - julkisuus, ylennys, mainos, mainonta, virkaylennys, edistäminen, edistämistä, ...
- προαύλιο στα φινλανδικά - tarha, piha, jaardi, etuaukio, edusta, esipiha, pihaa, ...
- προβαίνω στα φινλανδικά - edesauttaa, edistää, jatkaa, liikkua, edistyminen, edetä, parannus, ...
- προβατίνα στα φινλανδικά - uuhi, uuhta, ewe, uuhi-, astutettujen
Τυχαίες λέξεις
Προβάλλω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: työntyä, harottaa, suunnitelma, hanke, työ, propound
Μεταφράσεις: työntyä, harottaa, suunnitelma, hanke, työ, propound