Συνομιλώ στα φινλανδικά
Μετάφραση: συνομιλώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puhua, keskustella, puida, talk, puhetta, puhe, puhuttu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνομιλώ
συνομιλώ άρα υπάρχω, συνομιλώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συνομιλώ στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- συνομιλία στα φινλανδικά - keskustelu, vuoropuhelu, puhelu, sanailu, keskustelun, keskustelua, keskusteluun, ...
- συνομιλητής στα φινλανδικά - keskustelukumppani, neuvottelukumppani, keskustelukumppanina, neuvottelukumppanina, keskustelukumppanin
- συνομοσπονδία στα φινλανδικά - valtioliitto, valaliiton, liitto, valaliitto, keskusjärjestön
- συνορεύω στα φινλανδικά - yhdistää, yhdistyä, päätyä, rajakkain, päittäin, rajoittumaan, abut
Τυχαίες λέξεις
Συνομιλώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: puhua, keskustella, puida, talk, puhetta, puhe, puhuttu
Μεταφράσεις: puhua, keskustella, puida, talk, puhetta, puhe, puhuttu