Χρήση στα φινλανδικά

Μετάφραση: χρήση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
päällystäminen, käytäntö, manipulaatio, käsittelykerta, tarkoitus, harjoittaa, nautinta, tottumus, ahkeruus, päämäärä, tapa, panna, käytellä, sovelluttaa, syödä, käyttö, käyttöä, käytön, käyttöön, käyttää
Χρήση στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χρήση

χρήση συνώνυμα, χρήση γης, χρήση του κόμματος, χρήση σημείων στίξης, χρήση νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση, χρήση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, χρήση στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • χρέωση στα φινλανδικά - velka, debet, velkoa, menot, veloittaa, periä, veloita, ...
  • χρήματα στα φινλανδικά - hynä, raha, rahat, rahaa, rahalle, rahan
  • χρήσιμος στα φινλανδικά - näppärä, näpsäkkä, hyödyllinen, arvokas, edullinen, hyödyllisiä, hyödyllistä, ...
  • χρήστης στα φινλανδικά - käyttäjä, käyttäjän, käyttäjältä, käyttäjäsopimuksen, käyttöohjeet
Τυχαίες λέξεις
Χρήση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: päällystäminen, käytäntö, manipulaatio, käsittelykerta, tarkoitus, harjoittaa, nautinta, tottumus, ahkeruus, päämäärä, tapa, panna, käytellä, sovelluttaa, syödä, käyttö, käyttöä, käytön, käyttöön, käyttää