Üksikult στα ελληνικά
Μετάφραση: üksikult, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ατομικά, χωριστά, μεμονωμένα, μόνα, μόνες, μόνοι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- esmajärguline στα ελληνικά - πρώτος, πρωταρχικός, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
- madalasordiline στα ελληνικά - υποδεέστερος, παρακατιανός, κατώτερος, χαμηλή, χαμηλού, χαμηλής, χαμηλών, ...
- manitsema στα ελληνικά - περίσκεψη, προειδοποίηση, επιφύλαξη, προειδοποιώ, προτρέπω, παροτρύνω, παρακινούν, ...
- mälestama στα ελληνικά - θυμάμαι, θυμάστε, θυμηθείτε, θυμόμαστε, να θυμάστε
Τυχαίες λέξεις
Üksikult στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ατομικά, χωριστά, μεμονωμένα, μόνα, μόνες, μόνοι
Μεταφράσεις: ατομικά, χωριστά, μεμονωμένα, μόνα, μόνες, μόνοι