Abivägi στα ελληνικά

Μετάφραση: abivägi, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενίσχυση, ενίσχυσης, οπλισμού, την ενίσχυση, ενισχύσεως
Abivägi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abivalmilt στα ελληνικά - πρόθυμα, χρήσιμο, πολύ εξυπηρετικά, εξυπηρετικά, υποβοηθητικά
  • abivalmis στα ελληνικά - εξυπηρετικός, χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμη, εξυπηρετικό, χρήσιμο
  • ablas στα ελληνικά - λιμασμένος, πεινασμένος, άπληστος, λαίμαργος, αχόρταγος, αδηφάγος, αδηφάγο, ...
  • aboneerima στα ελληνικά - προσφέρω, εγγραφείτε, να εγγραφείτε, συνδρομητής, εγγραφούν, γραφτείτε
Τυχαίες λέξεις
Abivägi στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενίσχυση, ενίσχυσης, οπλισμού, την ενίσχυση, ενισχύσεως