Amatöör στα ελληνικά
Μετάφραση: amatöör, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ερασιτέχνης, ερασιτεχνικός, ερασιτέχνες, ερασιτεχνικό, ερασιτεχνική, ερασιτέχνη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alustus στα ελληνικά - μίζα, Starter, Βασικής, μίζας, στη Βασική
- alveolaar στα ελληνικά - κυψελιδικός, φατνιακό, κυψελιδικά, κυψελιδικού, φατνιακή, κυψελιδικό
- amatöörlik στα ελληνικά - ερασιτεχνικός, ερασιτέχνια, amateurism, ερασιτεχνισμού, ερασιτεχνισμό, ερασιτεχνισμός
- amb στα ελληνικά - βαλλίστρα, τόξο, crossbow, βαλλίστρας, βαλλιστρών
Τυχαίες λέξεις
Amatöör στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ερασιτέχνης, ερασιτεχνικός, ερασιτέχνες, ερασιτεχνικό, ερασιτεχνική, ερασιτέχνη
Μεταφράσεις: ερασιτέχνης, ερασιτεχνικός, ερασιτέχνες, ερασιτεχνικό, ερασιτεχνική, ερασιτέχνη