Ebakompetentne στα ελληνικά
Μετάφραση: ebakompetentne, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανίκανος, αναρμόδιος, ανίκανοι, ανίκανη, ανίκανους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ebakohane στα ελληνικά - ακατάλληλος, ακατάλληλη, ακατάλληλο, ανάρμοστο, ακατάλληλες
- ebakohasus στα ελληνικά - αυθάδεια, αναίδεια, θράσος, ανεπίτρεπτο, αυθάδειά
- ebakompetentsus στα ελληνικά - ανικανότητα, ανικανότητας, ανεπάρκειας, την ανικανότητα, επαγγελματικής ανεπάρκειας
- ebakorrapärane στα ελληνικά - unordered, επιτυγχάνεται με την εντολή, μη διατεταγμένη, μη διατεταγμένο, μη ταξινομημένες
Τυχαίες λέξεις
Ebakompetentne στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανίκανος, αναρμόδιος, ανίκανοι, ανίκανη, ανίκανους
Μεταφράσεις: ανίκανος, αναρμόδιος, ανίκανοι, ανίκανη, ανίκανους