Ανίκανος στα εσθονικά

Μετάφραση: ανίκανος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ebakompetentne, asjatundmatu, abitu, kohatu, ebapädev, ebapädevate, ebakompetentsed
Ανίκανος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανίκανος

ανίκανος για εργασία, ανίκανος προς εργασία, ανίκανος για δικαιοπραξία, ανίκανος αγγλικα, καζαντζάκης ανίκανος, ανίκανος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανίκανος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ανήσυχος στα εσθονικά - kibelev, murelik, rahutu, mures, muret, närviline
  • ανήφορος στα εσθονικά - vaevaline, raske, ülesmäge, tõus, ronima, ronida, tõusukiirus, ...
  • ανίσχυρος στα εσθονικά - nõrk, mannetu, jõuetu, võimetu, jõuetud, võimetud, ilmetu
  • ανίχνευση στα εσθονικά - luure, avastamine, avastamiseks, avastamise, tuvastamise, tuvastamiseks
Τυχαίες λέξεις
Ανίκανος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ebakompetentne, asjatundmatu, abitu, kohatu, ebapädev, ebapädevate, ebakompetentsed