Ebamugavalt στα ελληνικά
Μετάφραση: ebamugavalt, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άβολα, στενόχωρα, ενοχλητικά, δυσάρεστα, ανυπόφορα
![Ebamugavalt στα ελληνικά Ebamugavalt στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ee-gr-1426.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ebamoraalsus στα ελληνικά - ανηθικότητα, ανηθικότητας, την ανηθικότητα, η ανηθικότητα, της ανηθικότητας
- ebamugav στα ελληνικά - άβολος, άβολα, δυσάρεστη, ανήσυχο, δυσάρεστο, άβολη
- ebamugavus στα ελληνικά - ταλαιπωρία, ενόχληση, δυσφορία, δυσφορίας, ενοχλήσεις
- ebamäärane στα ελληνικά - ασαφής, αόριστη, ασαφείς, ασαφή, αόριστες
Τυχαίες λέξεις
Ebamugavalt στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άβολα, στενόχωρα, ενοχλητικά, δυσάρεστα, ανυπόφορα
Μεταφράσεις: άβολα, στενόχωρα, ενοχλητικά, δυσάρεστα, ανυπόφορα