Häbi στα ελληνικά
Μετάφραση: häbi, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ντροπή, αποδοκιμάζω, αμηχανία, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή
Μεταφράσεις
- häbenematu στα ελληνικά - ατάραχος, αμετανόητοι, ακλόνητη
- häbimärgistama στα ελληνικά - προπηλακίζω, Καταγγέλλουμε, καταγγείλει, να καταγγείλει, καταγγείλουν, καταγγείλει την
- häbimärk στα ελληνικά - στίγμα, στίγματος, στιγματισμού, το στίγμα, του στιγματισμού
Τυχαίες λέξεις
Häbi στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ντροπή, αποδοκιμάζω, αμηχανία, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή
Μεταφράσεις: ντροπή, αποδοκιμάζω, αμηχανία, κρίμα, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή