Järsk στα ελληνικά
Μετάφραση: järsk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξαφνικός, κοφτός, γενναίος, δριμύς, αιφνίδιος, σκληρός, θαρραλέος, άγριος, τόλμημα, τραχύς, πρόχειρος, έντονος, απότομος, απόκρημνος, απότομη, απότομες, απότομο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- järk-järgult στα ελληνικά - σιγά-, βαθμιαία, σταδιακά, σταδιακή, προοδευτικά, βαθμιαίως
- järsak στα ελληνικά - γκρεμός, γκρεμό, γκρεμού, βάραθρο
- järsku στα ελληνικά - αιφνιδιαστικά, ξαφνικά, απότομα, ξαφνικά να, αιφνιδίως, αιφνίδια
- järskus στα ελληνικά - σκληρότητα, απότομο, σκαιότητα, σκαιότητα την
Τυχαίες λέξεις
Järsk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξαφνικός, κοφτός, γενναίος, δριμύς, αιφνίδιος, σκληρός, θαρραλέος, άγριος, τόλμημα, τραχύς, πρόχειρος, έντονος, απότομος, απόκρημνος, απότομη, απότομες, απότομο
Μεταφράσεις: ξαφνικός, κοφτός, γενναίος, δριμύς, αιφνίδιος, σκληρός, θαρραλέος, άγριος, τόλμημα, τραχύς, πρόχειρος, έντονος, απότομος, απόκρημνος, απότομη, απότομες, απότομο