Kasu στα ελληνικά

Μετάφραση: kasu, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωφέλεια, επίδομα, ωφελώ, επωφελούμαι, χρησιμεύω, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή
Kasu στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kastreerima στα ελληνικά - ουδέτερος, ουδέτερο, το ουδέτερο, στείρωσης, επιτέλους στειρώστε
  • kastreerimine στα ελληνικά - ευνουχισμός, ευνουχισμό, Ο ευνουχισμός, ευνουχισμού, τον ευνουχισμό
  • kasuema στα ελληνικά - μητριά, θετή μητέρα, τη θετή μητέρα, τη μητριά, η θετή μητέρα
  • kasuisa στα ελληνικά - πατριός, πατριό, τον πατριό, πατριού, ο πατριός
Τυχαίες λέξεις
Kasu στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωφέλεια, επίδομα, ωφελώ, επωφελούμαι, χρησιμεύω, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή