Χρησιμεύω στα εσθονικά
Μετάφραση: χρησιμεύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kasu, Saadaval, Kätt, tulemusteta, tulutuks
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρησιμεύω
χρησιμεύω συνώνυμα, χρησιμεύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, χρησιμεύω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- χρηματοκιβώτιο στα εσθονικά - ohutu, kaitstud, seif, ohutuks, turvaline, ohutud
- χρηματομεσίτης στα εσθονικά - vahendama, maakler, oksjonipidaja, börsimaakler, brokker, Börs maaklerlus
- χρησιμοποιώ στα εσθονικά - tavatsema, kasutus, kasutama, kasutamine, kasutamise, kasutamist, kasutamiseks
- χρησιμότητα στα εσθονικά - kasulikkus, kasuliku, utiliit, kasulikkust, kommunaalteenuste
Τυχαίες λέξεις
Χρησιμεύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kasu, Saadaval, Kätt, tulemusteta, tulutuks
Μεταφράσεις: kasu, Saadaval, Kätt, tulemusteta, tulutuks