Όφελος στα εσθονικά

Μετάφραση: όφελος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kasu, toetus, kasuks, kasulikkuse, hüvitistega, kasulikkus
Όφελος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όφελος

όφελος συνώνυμα, όφελος απόσυρσης, όφελος αντώνυμο, όφελος κλίση, όφελος ωφελώ, όφελος λεξικό γλώσσας εσθονικά, όφελος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • όσχεο στα εσθονικά - munandikott, skrootum, skrootumil, munandikotil, munandit
  • όταν στα εσθονικά - kui, mil
  • όχημα στα εσθονικά - transpordivahend, lahusti, sõiduk, sõiduki, sõidukite, sõidukile, auto
  • όχθη στα εσθονικά - pank, madalik, kuhjama, panga, panka, pangas, pangale
Τυχαίες λέξεις
Όφελος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kasu, toetus, kasuks, kasulikkuse, hüvitistega, kasulikkus