Ωφελώ στα εσθονικά

Μετάφραση: ωφελώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kasu, ofelo
Ωφελώ στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωφελώ

ωφελώ λεξικό, ωφελώ βικιλεξικο, ωφελώ παραγωγα, ωφελώ οφείλω, ωφελώ προτασεις, ωφελώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, ωφελώ στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ωφέλεια στα εσθονικά - toetus, kasu, kasum, kasulikkus, kasuliku, utiliit, kasulikkust, ...
  • ωφέλιμος στα εσθονικά - kasulik, tervislik, kasulikud, kasuliku, kasulikku, kasulikke
  • ωχρός στα εσθονικά - tuhakarva, saarepuust, kahvatu, kahkjas, Paju, kahkjaskollane, kahvatud näod
  • όαση στα εσθονικά - oaas, Oasis, oaasi, oaasiks, Oasise
Τυχαίες λέξεις
Ωφελώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kasu, ofelo