Korrespondents στα ελληνικά
Μετάφραση: korrespondents, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλληλογραφία, αλληλογραφίας, αντιστοιχία, η αλληλογραφία, την αλληλογραφία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- korrelatsiooni στα ελληνικά - συσχέτιση, συσχετισμός, αντιστοιχίας, συσχέτισης, σχέση
- korrespondent στα ελληνικά - απεσταλμένος, ανταποκριτής, ανταποκριτή, ανταποκρίτρια, ανταποκριτριών, ανταποκριτών
- korrigeerimatu στα ελληνικά - να διορθωθεί, να διορθωθούν, διορθώνεται, να διορθώνεται, να διορθώνονται
- korrodeeruma στα ελληνικά - διαβρώνουν, διαβρώσουν, διαβρωθούν, διαβρώσει, διαβρώνονται
Τυχαίες λέξεις
Korrespondents στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλληλογραφία, αλληλογραφίας, αντιστοιχία, η αλληλογραφία, την αλληλογραφία
Μεταφράσεις: αλληλογραφία, αλληλογραφίας, αντιστοιχία, η αλληλογραφία, την αλληλογραφία