Lahknema στα ελληνικά
Μετάφραση: lahknema, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκλίνω, αποκλίνουν, αποκλίνει, διαφέρουν, να αποκλίνουν, να αποκλίνει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lahkelt στα ελληνικά - ευγενικά, με χάρη, graciously, ευγενώς, σπλαχνικά
- lahkheli στα ελληνικά - ασυμφωνία, διχόνοια, διαφορά, διαφοράς, διαφορετική, διαφορές, τη διαφορά
- lahknemine στα ελληνικά - απόκλιση, απόκλισης, αποκλίσεις, διαφορά, αποκλίσεων
- lahknev στα ελληνικά - χωρίστρα, αποκόλληση, αποχωρισμού, χωρισμό, χωρισμού
Τυχαίες λέξεις
Lahknema στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκλίνω, αποκλίνουν, αποκλίνει, διαφέρουν, να αποκλίνουν, να αποκλίνει
Μεταφράσεις: αποκλίνω, αποκλίνουν, αποκλίνει, διαφέρουν, να αποκλίνουν, να αποκλίνει