Laitmatu στα ελληνικά
Μετάφραση: laitmatu, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθαρίζω, άψογος, καθαρός, αλάθητος, άμεμπτος, άψογη, ακηλίδωτο, άσπιλη, άψογο
Μεταφράσεις
- laiskvorst στα ελληνικά - τεμπέλης, τροχού, ενδιάμεσος, τροχού κίνησης, αδρανές γρανάζι
- laitma στα ελληνικά - κατακρίνω, μέμψη, ψέγω, επικρίνω, επιτιμώ
- laitmatult στα ελληνικά - άψογα, αλάνθαστα, χωρίς παρατυπίες, άσφαλτα, άψογα σε
- laitmatus στα ελληνικά - υψηλότερη, υψηλότερο, υψηλότερα, υψηλότερες, μεγαλύτερο
Τυχαίες λέξεις
Laitmatu στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθαρίζω, άψογος, καθαρός, αλάθητος, άμεμπτος, άψογη, ακηλίδωτο, άσπιλη, άψογο
Μεταφράσεις: καθαρίζω, άψογος, καθαρός, αλάθητος, άμεμπτος, άψογη, ακηλίδωτο, άσπιλη, άψογο