Langema στα ελληνικά
Μετάφραση: langema, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βουτώ, πτώση, πέφτω, εκπίπτω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
Μεταφράσεις
- lammutamine στα ελληνικά - κατεδάφιση, κατεδάφισης, κατεδαφίσεων, κατεδαφίσεις, την κατεδάφιση
- lamp στα ελληνικά - λυχνία, λάμπα, φανός, λαμπτήρα, φανού
- langemine στα ελληνικά - εκπίπτω, βουλιάζω, πέφτω, πτώση, κρεμάω, εμπίπτουν, εμπίπτει, ...
- langetama στα ελληνικά - έπεσα, κόβω, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, κατώτερο
Τυχαίες λέξεις
Langema στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βουτώ, πτώση, πέφτω, εκπίπτω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
Μεταφράσεις: βουτώ, πτώση, πέφτω, εκπίπτω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν