Ligipääsematu στα ελληνικά
Μετάφραση: ligipääsematu, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απρόσιτος, απρόσιτες, απρόσιτη, απρόσιτα, δυσπρόσιτες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ligiolek στα ελληνικά - εγγύτης, επικείμενη, επικείμενο, επικείμενης, επίκειται
- ligipääs στα ελληνικά - προσπέλαση, πρόσβαση, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
- ligipääsetav στα ελληνικά - ευπροσήγορος, προσηνής, προσιτός, προσπελάσιμος, προσβάσιμο, προσβάσιμα, προσβάσιμη
- ligipääsetavus στα ελληνικά - προσιτότητα, προσβασιμότητα, προσβασιμότητας, δυνατότητα πρόσβασης, την προσβασιμότητα
Τυχαίες λέξεις
Ligipääsematu στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απρόσιτος, απρόσιτες, απρόσιτη, απρόσιτα, δυσπρόσιτες
Μεταφράσεις: απρόσιτος, απρόσιτες, απρόσιτη, απρόσιτα, δυσπρόσιτες