Lokk στα ελληνικά
Μετάφραση: lokk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπούκλα, κατσαρώνω, αφέλεια μαλλιών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lokaalsus στα ελληνικά - τοποθεσία, θέσης, περιοχή, τόπο, τοποθεσίας
- lokaliseerimine στα ελληνικά - εντοπισμός, localization, Ο εντοπισμός, Τοπικοποίηση, Τοπικοποίησης
- lokkima στα ελληνικά - ξεροτηγανίζω, σγουραίνω, καβουρντίζω, μπούκλα, κατσαρώνω, κατσαρώματος, κατσάρωμα, ...
- lokkis στα ελληνικά - σγουρός, κατσαρός, σγουρά, τα σγουρά, σγουρή, σγουρό
Τυχαίες λέξεις
Lokk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπούκλα, κατσαρώνω, αφέλεια μαλλιών
Μεταφράσεις: μπούκλα, κατσαρώνω, αφέλεια μαλλιών