Manööver στα ελληνικά

Μετάφραση: manööver, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελιγμός, ελιγμών, χειρισμών, ελιγμού, ελιγμό
Manööver στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • manus στα ελληνικά - πρόσμειξη, πρόσθετο, κατάσχεση, σύνδεση, Συνημμένο, προσάρτησης, Προσαρτήματος
  • manustama στα ελληνικά - διοικώ, χορηγώ, εφαρμόζω, απονέμω, χορηγείται, χορηγηθεί, χορηγούνται, ...
  • maotu στα ελληνικά - αηδής, κενός, άνοστος, σαχλός, icky
Τυχαίες λέξεις
Manööver στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελιγμός, ελιγμών, χειρισμών, ελιγμού, ελιγμό