Meisterlik στα ελληνικά
Μετάφραση: meisterlik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουσίτσα, επιτήδειος, επιδέξιος, δεσποτικός, αριστοτεχνική, δεσποτική, masterful, αριστουργηματικό
Μεταφράσεις
- meilima στα ελληνικά - ταχυδρομείο, ταχυδρομώ, εμείς, Σας, Είμαστε, Έχουμε, Θα
- meister στα ελληνικά - επιτήδειος, υπερασπιστής, επιδέξιος, πρωταθλητής, τεχνίτης, πρωτοπόρος, πρωταθλητή, ...
- meisterlikkus στα ελληνικά - μαεστρία, γνώση, κυριότητα, κυριαρχία, εκμάθηση
- meistriklass στα ελληνικά - ατελιέ, Master Class, άρχουσας τάξης, πλοίαρχος τάξεως, MASTER CLASS ΣΕ
Τυχαίες λέξεις
Meisterlik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουσίτσα, επιτήδειος, επιδέξιος, δεσποτικός, αριστοτεχνική, δεσποτική, masterful, αριστουργηματικό
Μεταφράσεις: μουσίτσα, επιτήδειος, επιδέξιος, δεσποτικός, αριστοτεχνική, δεσποτική, masterful, αριστουργηματικό