Onanism στα ελληνικά
Μετάφραση: onanism, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυνανισμός, ανιμισμός, ο αυνανισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arestimine στα ελληνικά - σπασμός, κατάσχεση, κατάσχεσης, κατάληψη, την κατάσχεση, σπασμών
- ehtsus στα ελληνικά - γνησιότητα, αυθεντικότητα, γνησιότητας, αυθεντικότητας, την αυθεντικότητα
- lagundav στα ελληνικά - καταστρεπτικός, καταστροφική, καταστροφικές, καταστρεπτική, καταστρεπτικές
- militaarne στα ελληνικά - στρατιωτικός, στρατιωτική, στρατιωτικές, στρατιωτικών, στρατιωτικής
Τυχαίες λέξεις
Onanism στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυνανισμός, ανιμισμός, ο αυνανισμός
Μεταφράσεις: αυνανισμός, ανιμισμός, ο αυνανισμός