Püss στα ελληνικά
Μετάφραση: püss, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καραμπίνα, όπλο, πιστόλι, πυροβόλο όπλο, το όπλο, πιστολιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gneiss στα ελληνικά - γνευσίτης, γνευσίτη, γνεύσιου, γνεύσιο, γνεύσιους
- h-vitamiin στα ελληνικά - Η, H
- lüliti στα ελληνικά - εξουσιάζω, έλεγχος, αλλαγή, αλλάζω, διακόπτης, διακόπτη, διακ πτη, ...
- näpistav στα ελληνικά - δηκτικός, ευκίνητος, nippy, σβέλτος, γρήγορο μέσον
Τυχαίες λέξεις
Püss στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καραμπίνα, όπλο, πιστόλι, πυροβόλο όπλο, το όπλο, πιστολιού
Μεταφράσεις: καραμπίνα, όπλο, πιστόλι, πυροβόλο όπλο, το όπλο, πιστολιού