Pianist στα ελληνικά

Μετάφραση: pianist, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιανίστας, πιανίστα, πιανίστρια, τον πιανίστα
Pianist στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elavnema στα ελληνικά - ανάκτηση, ανακτήσει, ανακτούν, την ανάκτηση, ανακάμψει
  • hiljuti στα ελληνικά - πρόσφατα, προσφάτως, τελευταία, πρόσφατη
  • instinkt στα ελληνικά - ένστικτο, το ένστικτο, ένστικτό, το ένστικτό, ενστίκτου
  • lint στα ελληνικά - ταινία, χορδή, κορδέλα, ταινίας, κασέτα, ταινιών, κασέτας
Τυχαίες λέξεις
Pianist στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιανίστας, πιανίστα, πιανίστρια, τον πιανίστα