Plank στα ελληνικά

Μετάφραση: plank, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σανίδωμα, ταμπέλα, μορφή, φόρμα, έντυπο, μορφής, υπό μορφή
Plank στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hajutamine στα ελληνικά - διασπορά, αποκέντρωση, αποκέντρωσης, την αποκέντρωση, η αποκέντρωση, της αποκέντρωσης
  • ideogramm στα ελληνικά - ιδεόγραμμα, ιδεογράμματος, το ιδεόγραμμα, ιδεογραφίας, ιδεόγραμμα του
  • maniakaalne στα ελληνικά - μανιακός, μανιακή, μανιακά, μανιακό, μανιακών, μανιακού
  • nurm στα ελληνικά - NURM
Τυχαίες λέξεις
Plank στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σανίδωμα, ταμπέλα, μορφή, φόρμα, έντυπο, μορφής, υπό μορφή