Τροφαντός στα εσθονικά
Μετάφραση: τροφαντός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
korpulentne, priske, täidlane, trofantos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροφαντός
τροφαντός συνώνυμα, τροφαντός λεξικό γλώσσας εσθονικά, τροφαντός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- τροπόσφαιρα στα εσθονικά - troposfääri, troposfääris, troposfääri vahelises, troposfääri piirikihis, troposfäär
- τροφή στα εσθονικά - söök, toit, toidu, toiduainete, toitu, toiduga
- τροφικός στα εσθονικά - nutritive, toitesoolade, toite, toiteväärtuse, toidusahhariidide
- τροφοδοσία στα εσθονικά - varustamine, toitlustamine, peoteenindus, toitlustus, catering, toitlustamise, Iseteenindav
Τυχαίες λέξεις
Τροφαντός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: korpulentne, priske, täidlane, trofantos
Μεταφράσεις: korpulentne, priske, täidlane, trofantos