Tinktuur στα ελληνικά

Μετάφραση: tinktuur, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάμμα, βάμματος, tincture, ό βάμμα, το βάμμα
Tinktuur στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • esileküündiv στα ελληνικά - ευδιάκριτος, διακεκριμένος, διαπρεπής, επιφανής, προεξέχων, εξέχοντα, εξέχουσα
  • frigiidne στα ελληνικά - ψυχρός, ψυχρή, ψυχρές, παγωμένα, άχαρος
  • kommunist στα ελληνικά - κομμουνιστής, κομμουνιστικός, Κομμουνιστικό, Κομμουνιστικού, Κομμουνιστικής, κομμουνιστική
  • laialiajamine στα ελληνικά - διασκορπισμός, διασπορά, διασποράς, τη διασπορά, της διασποράς
Τυχαίες λέξεις
Tinktuur στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάμμα, βάμματος, tincture, ό βάμμα, το βάμμα